«Η ενδοσχολική βία (bullying) και οι διαστάσεις
της στη σημερινή μνημονιακή ελληνική πραγματικότητα είναι μια
ιδεολογική-πολιτική κατασκευή, με στόχο την ψυχολογικοποίηση της μαθητικής
συμπεριφοράς ως μηχανισμού συμμόρφωσης μαθητών, γονέων και εκπαιδευτικών.»
Ολόκληρο το άρθρο του Κώστα Μπαϊρακτάρη «Ο
εκφοβισμός στα σχολεία και η βία της φτώχειας» δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των
Συντακτών στις 31 Αυγούστου και παρουσιάζεται αυτούσιο στην διαδικτυακή θέση:
http://www.efsyn.gr/?p=102200 Το άρθρο αυτό υπήρξε η αφορμή για την συγγραφή
του κειμένου που ακολουθεί.
Σε μία περίοδο πλήρους συσκότισης και σύγχυσης,
όπου η διάλυση του παλιού δεν έχει πυροδοτηθεί και το νέο δεν μοιάζει να έχει
ξεμυτίσει, η αδυναμία της προοδευτικότητας να συγκροτηθεί γύρω από πειστικές
αξίες που θα φέρουν πραγματικά στοιχεία ανατροπής, εισάγοντας ταυτόχρονα την
πρόοδο, είναι αποκαρδιωτική.
Η
«αντιμνημονικότητα» και «αντικαπιταλιστικότητα» στην φρασεολογία μιας
επιχειρηματολογίας δεν αποτελεί κάποιου είδους διαβατήριο που θα την εντάξει
στις προσπάθειες για την πρόοδο. Δεν μπορεί να υπάρξει ορισμός που να καθιστά
κάθε αντιμνημονιακή ή αντικαπιταλιστική διατύπωση ως προοδευτικό λόγο. Για την
ακρίβεια παραδείγματα αντιμνημονιακών και αντικαπιταλιστικών διατυπώσεων τα
οποία ωστόσο κινούνται εξολοκλήρου στα όρια της πιο ακραίας συντηρητικότητας
βρίσκονται διάχυτα γύρω μας.
Επιπλέον, ο προοδευτικός λόγος χάνει το
περιεχόμενό του, την ίδια την προοδευτικότητά του δηλαδή, όταν δεν
τεκμηριώνεται και όταν δεν χρησιμοποιεί ως αφετηρία και θεμέλιό του στοιχεία
που προκύπτουν από την μελέτη της πραγματικότητας.
Το «ιδεολογικό κατασκεύασμα» στην πράξη
Ο συντάκτης του άρθρου «Ο εκφοβισμός στα σχολεία
και η βία της φτώχειας» διατυπώνει τον παρακάτω συλλογισμό:
- O εκφοβισμός στα σχολεία αποτελεί ιδεολογικό κατασκεύασμα.
- Το ιδεολογικό κατασκεύασμα παρουσιάζεται ως
εξατομικευμένο ψυχολογικό πρόβλημα.
- Το εξατομικευμένο ψυχολογικό πρόβλημα ανάγεται σε
συλλογική ενοχοποίηση.
- Η συλλογική ενοχοποίηση χρησιμοποιείται ως μέθοδος
καταστολής.
- Η μέθοδος καταστολής αποτελεί την αφορμή για
παρεμβατική εισβολή στο σχολικό περιβάλλον.
Η διατύπωση περί ιδεολογικού κατασκευάσματος
φανερώνει ότι ο συγγραφέας δεν έχει προσεγγίσει το θέμα του σχολικού εκφοβισμού
ούτε με πρωτογενή, ούτε με δευτερογενή έρευνα. Θα παραθέσω στοιχεία που έφτασαν στην αντίληψή μου
με άμεσο τρόπο κατά την διάρκεια διετούς συμμετοχής μου σε Συμβούλιο Συλλόγου
Γονέων σε Δημοτικό Σχολείο του Δήμου Αθήνας. Τα στοιχεία αυτά δεν εντάσσονται
στο πλαίσιο επιστημονικής έρευνας, αποτελούν όμως ενδείξεις για την σοβαρότητα
και την πολυπλοκότητα ενός προβλήματος που δεν μπορεί να ξεκινά και να
τελειώνει μέσα σε ιδεοληπτικούς αφορισμούς.
Στοιχεία για τον εκφοβισμό σε Δημοτικό Σχολείο του
Δήμου Αθήνας
- Η δημιουργία συμμοριών, η στοχοποίηση μαθητών, ο
εκφοβισμός, η ακραία φυσική βία, η απομόνωση μαθητών, ο φόβος και η άρνηση προς
το σχολείο αποτέλεσαν περιστατικά τα οποία, για όσο καιρό η κοινότητα δεν τα
αντιμετώπιζε, εντεινόντουσαν τόσο ως προς την βιαιότητα όσο και ως προς το
πλήθος.
- Η άσκηση φυσικής βίας ξεκίνησε από ελάχιστα μικρό
αριθμό μαθητών και κατέληξε να αναπαράγεται, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, από
απρόβλεπτα μεγάλο ποσοστό μαθητών.
- Σοβαρά περιστατικά προήλθαν από παιδιά οικογενειών
των οποίων τα επαγγέλματα σχετίζονται με την άσκηση εξουσίας, αλλά και από
γονείς που με ευκολία διατείνονται «ξέρεις ποιός είμ' εγώ;»
- Θύματα σε κάθε μικρό ή μεγάλο περιστατικό βίας
ήταν μαθητές με διαφορετικότητα ή μαθητές που δείχνουν με τον ένα ή τον άλλο
τρόπο αδύναμοι.
- Η αντιπαράθεση των μαθητών σε κάποιες περιπτώσεις
προκάλεσε και αντιπαράθεση των γονέων. Η σχολική κοινότητα βρέθηκε για μία
περίοδο σε πολύ μεγάλη κρίση, με σοβαρό αντίκτυπο και στην δυνατότητα παραγωγής
διδακτικού έργου.
Στοιχεία για την στάση των εκπαιδευτικών
- Η αρχική αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών
καθοριζόταν από τους διευθυντές και σε άγνωστο βαθμό από τον σύλλογο
Διδασκόντων, χωρίς την εμπλοκή άλλων συντελεστών π.χ. σχολικού Συμβούλου,
συλλόγου Γονέων, ψυχολόγων κ.λπ.
- Ως μέθοδος αντιμετώπισης προβλήθηκε η άμβλυνση των
εντάσεων με την πάροδο του χρόνου, αλλά και η υποβάθμιση ακόμα και σοβαρών
περιστατικών τα οποία δεν καταγράφηκαν στο βιβλίο Συμβάντων.
- Σε συγκεκριμένη περίπτωση όπου επιβαλλόταν
ιατροδικαστική και εισαγγελική παρέμβαση προτιμήθηκε η αποσιώπηση και θεωρώ
απίθανο να υπήρξε θεραπευτική προσέγγιση του θύματος ή των θυτών.
- Η αιτία για κάθε τέτοια συμπεριφορά αποδόθηκε από
τους εκπαιδευτικούς στο οικογενειακό περιβάλλον του εκάστοτε μαθητή και δήλωναν
αναρμόδιοι για οποιαδήποτε περαιτέρω δραστηριοποίησή τους. Υπήρξαν παροτρύνσεις
προς τους γονείς να βρουν λύση με ιδιωτικά μέσα.
Η κινητοποίηση των γονέων
Οι γονείς, μεμονωμένα σε μεγάλο βαθμό, αλλά και
μέσω του συλλόγου Γονέων, ανέδειξαν την σοβαρή διάσταση του προβλήματος και
κινητοποίησαν μια σειρά δράσεων που κατέγραψαν σημαντικά αποτελέσματα.
- Λειτούργησαν σχολές Γονέων από ειδικευμένους
ψυχολόγους μέσα από τις οποίες υπήρξε διάχυση πληροφόρησης μεταξύ των γονέων.
- Τοποθετήθηκε στο σχολείο διευθύντρια που κατανοεί
το σχολείο ως σύνθετο περιβάλλον του οποίου η διαχείριση απαιτεί την ανάδειξη
των προβλημάτων και την ενεργοποίηση γύρω από αυτά.
- Καθιερώθηκε η παρουσία σχολικού Συμβούλου
ευαισθητοποιημένου σε θέματα ανάπτυξης
της σχολικής κοινότητας.
- Το σχολείο εντάχθηκε σε πρόγραμμα με θέμα την
ενδοσχολική βία και τον εκφοβισμό. Το πρόγραμμα αυτό έδωσε σημαντική
πληροφόρηση και εφόδια στους εκπαιδευτικούς και ωφέλησε άμεσα τους
συμμετέχοντες μαθητές στα επίπεδα όπως συνεργασίας, σεβασμού, ακεραιότητας,
οριοθέτησης, κ.λπ. Το πρόγραμμα διηύθυναν ειδικοί ψυχολόγοι. Οι μέθοδοι που
αξιοποιούνται, κατά κύριο λόγο, βασίζονται στην συνεργατικότητα και σε
εναλλακτικές μεθόδους διδασκαλίας που ανατρέπουν το κυρίαρχο μοντέλο της
έδρας-θρανίου.
Αν και τα παραπάνω στοιχεία δεν προέρχονται από
επιστημονική έρευνα, καθώς είναι πρωτογενή θα μπορούσαν ενδεχομένως να
καταγραφούν και να χρησιμοποιηθούν σε ένα τέτοιο πλαίσιο. Σε κάθε περίπτωση,
είναι προφανής η αντίθετη φορά αυτής της πρωτογενούς καταγραφής με την
τοποθέτηση ότι «ο εκφοβισμός αποτελεί ιδεολογικό κατασκεύασμα». Το συμπέρασμα
που προκύπτει, εκτός εάν παρουσιαστούν άλλα στοιχεία, είναι ότι εάν υπάρχει
ιδεολογικό κατασκεύασμα αυτό προέρχεται από τον συγγραφέα του άρθρου «Ο
εκφοβισμός στα σχολεία και η βία της φτώχειας».
Θα μπορούσαμε να μην ασχοληθούμε περισσότερο καθώς
εφόσον το πρώτο στάδιο του συλλογισμού δεν ευσταθεί τότε δεν μπορεί να ευσταθεί
στο σύνολό του. Διατυπώνονται όμως κάποιες θέσεις εκ των οποίων η κάθε μία θα
μπορούσε να αποτελέσει ιδιαίτερο κεφάλαιο για συζήτηση, καθώς με ανάλογο τρόπο
μοιάζουν αυθαίρετες, συνθηματολογικές και
κάθε άλλο παρά συνεισφέρουν με οποιονδήποτε τρόπο στην συγκρότηση ενός
πειστικού προοδευτικού λόγου.
Το σχολικό περιβάλλον, δυστυχώς, δεν αποτελεί
νησίδα προοδευτικότητας
Διατυπώνει
ο συγγραφέας του άρθρου ότι το σύστημα επιδιώκει την διείσδυση στα
σχολεία προκειμένου να χαλιναγωγήσει εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς.
Δυστυχώς όμως, δεν μοιάζει να υπάρχει κανένας λόγος ώστε το σύστημα να
χρειάζεται να καταβάλει προσπάθειες προκειμένου να διεισδύσει στις σχολικές
κοινότητες και να ασκήσει έλεγχο, καθώς αυτόν τον έλεγχο τον ασκεί ήδη ούτως ή
άλλως.
Τα εκπαιδευτικό σύστημα είναι δομημένο με τις
μεθόδους του πελατειακού μοντέλου, η παιδεία που παρέχει, εδώ και πολύ καιρό,
είναι μόνο κατ’ όνομα δωρεάν, τελευταία δε, ρέπει στο να μην παρέχει παιδεία
παρά μόνο τεχνογνωσία. Η κοινωνία επί χρόνια δέχεται αδιαμαρτύρητα αυτό το
καθεστώς, οι γονείς δε και οι εκπαιδευτικοί είναι αυτοί που είτε ανεχόμενοι,
είτε ως διεκπεραιωτές, είτε ως υποστηρικτές το συντηρούν και εδραιώνουν τα
χαρακτηριστικά του.
Οι εκπαιδευτικοί, για τους οποίους όπως αναφέρεται
στο άρθρο «το σχολείο είναι ο φυσικός χώρος τους», αναπόφευκτα είναι
αλλοτριωμένοι από την κυρίαρχη ιδεολογία και τα κυρίαρχα πρότυπα συμπεριφορών
στον ίδιο βαθμό με οποιαδήποτε άλλη κοινωνική ομάδα. Η αυστηρή ιεραρχία, οι
εξουσιαστικές συμπεριφορές, αλλά και «διευκολύνσεις» και «εξυπηρετήσεις»
διαμορφώνουν το γνωστό και από άλλους τομείς εργασιακό περιβάλλον. Τι είναι
λοιπόν αυτό που έχει ξεφύγει από τον έλεγχο του συστήματος; Μα, τουλάχιστον όσο
αφορά τα σχολεία, τίποτα απολύτως.
Η επιδίωξη δε, κάποιων μαθητών για την μεταξύ τους
διαμόρφωση εξουσιών και ιεραρχιών είναι φυσικό συνεπακόλουθο των όσων βιώνει
ένα παιδί στο οικογενειακό, σχολικό και κοινωνικό περιβάλλον. Η ανάδειξη
τέτοιων συμπεριφορών ως πρόβλημα για την κοινότητα μπορεί να γίνει η αφετηρία
για την ανάδειξή τους και στον κόσμο των ενηλίκων.
Εδώ όμως φτάνουμε σε ένα ενδιαφέρον σημείο:
απειλείται το σχολείο, λέει ο συγγραφέας του άρθρου, από την εισβολή
παρείσακτων που θα ασκήσουν έλεγχο, θα παραγκωνίσουν τους εκπαιδευτικούς και θα
βάλουν το παιδαγωγικό έργο σε δεύτερη μοίρα.
Οι «ειδικοί» και η σχολική κοινότητα
Το ότι το σχολείο αποτελεί τον φυσικό χώρο των
εκπαιδευτικών δεν συνεπάγεται ότι αυτό πρέπει να ισχύει κατ’ αποκλειστικότητα.
Σε θεωρητικό επίπεδο, το σχολείο αποτελεί τον ιδανικό εργασιακό χώρο μέσα στον
οποίο ο εργαζόμενος μπορεί να βιώσει στον μέγιστο βαθμό την ανάπτυξη της
προσωπικής του δημιουργικότητας, έχοντας ταυτόχρονα την δυνατότητα να κινείται
σε όλο το φάσμα μεταξύ του ατομικού και του συλλογικού. Αυτό όμως δεν είναι
αρκετό για να καταστήσει τον εκπαιδευτικό έναν «ειδικό» υπεράνω της κοινωνίας,
με την οποία του αναλογεί να πάψει να
διαπραγματεύεται.
Επιπλέον, το σχολείο αποτελεί τον εν δυνάμει
σημαντικότερο ενεργό πυρήνα της κοινωνίας, στον οποίο αντικατοπτρίζεται το
πολιτισμικό επίπεδο της κοινωνίας και διαγράφεται η μελλοντική πορεία της. Το
σχολείο μπορεί να επιδρά σημαντικά στην τοπική κοινωνία και να αποτελεί έναν
ζωντανό πυρήνα σε διαρκή αναβρασμό. Η
προοδευτική διάσταση του σχολικού περιβάλλοντος θα μπορούσε να περιγράφεται
μέσα από ένα σχολείο που αλληλεπιδρά με την τοπική κοινωνία, επιδιώκει την
ανάδειξη των αντιθέσεων και διαμορφώνεται μέσα από αυτές.
Αποτελεί οπισθοδρομική επιδίωξη, αλλά δυστυχώς και
κυρίαρχη συνθήκη, η διατύπωση ότι οποιοσδήποτε πλην των εκπαιδευτικών είναι
παρείσακτος μέσα στο σχολικό περιβάλλον. Είναι οπισθοδρομική επιδίωξη ο
οποιοσδήποτε δημόσιος χώρος να λειτουργείται από «ειδικούς» και εν κρυπτώ από
την κοινωνία. Είναι ακόμα οπισθοδρομική επιδίωξη η κοινωνία να μην εξασκείται
στην διαχείριση του δημόσιου χώρου και στην διαπραγμάτευση γύρω από αυτό το
ζήτημα.
Όπως προαναφέρθηκε, στο σχολείο από όπου
προέρχονται τα αναφερόμενα παραδείγματα, οι γονείς πιεστικά έθεσαν το θέμα των
αυξανόμενων βίαιων συμπεριφορών και χρησιμοποίησαν όλα τα θεσμικά μέσα που
είχαν στην διάθεσή τους προκειμένου να υπερβούν την υπεροψία του «ειδικού» που
αντιμετώπισαν από τους εκπαιδευτικούς. Το αποτέλεσμα υπήρξε ευεργετικό για την
κοινότητα στο σύνολό της.
Η απουσία συγκροτημένης προοδευτικότητας
Το σχολείο, ειδικά το Δημοτικό, αποτελεί τον
φυσικό πυρήνα των τοπικών κοινοτήτων, υφίσταται ως θεσμός, έχει
αυτοτέλεια, έχει ζωντάνια και
συγκεντρώνει διαρκώς το ενδιαφέρον μεγάλου μέρους της τοπικής κοινωνίας. Αποτελεί
σοβαρή αστοχία της προοδευτικότητας, το ότι δεν έχουν αναπτυχθεί μηχανισμοί
αυτοδιαχείρισης αυτών των κοινοτήτων. Έχει επίσης μεγάλο ενδιαφέρον το ότι
υφίσταται σχετικό θεσμικό πλαίσιο το οποίο παραμένει αναξιοποίητο.
Εντέλει, προτού η όποια προοδευτικότητα φαντασιωθεί
την όποια άσκηση βίας ως πράξη ακεραιότητας ή εξεγερτικότητας, μπορεί να
επενδύει στην ανάπτυξη της κοινωνικής συνείδησης σε προσωπικό και συλλογικό
επίπεδο, στην εξάσκηση στην διαχείριση του δημόσιου χώρου από όσο το δυνατόν
περισσότερους πολίτες, και στην εδραίωση της χαμένης πεποίθησης ότι τα πάντα
μπορούν να αλλάζουν προς το καλύτερο όταν καταβάλουμε συνειδητές προσπάθειες σε
αυτή την κατεύθυνση.