«… Χρειάζεται εμπιστοσύνη και παιδαγωγική ελευθερία .Μην τον
μετατρέπετε [τον εκπαιδευτικό] σε προγραμματισμένη μηχανή χωρίς συναισθήματα . Έτσι
τον καταργείτε σιγά σιγά. Αφήστε τον να συμμετάσχει στα αναλυτικά προγράμματα
και σε όλα τα θέματα που αφορούν την Παιδεία. Βοηθήστε τον να βελτιωθεί με
επιμόρφωση και όχι με αυτή τη μανία αξιολόγησης. Αφήστε τον να ζει με
αξιοπρέπεια. Το πιο βασικό είναι να συνεχίσει να αγαπάει τη δουλειά του , μην
τον κάνετε να τη μισήσει. Μην τον παροπλίζετε. Χρειάζεται τα χέρια του να είναι
δυνατά και ελεύθερα για να αγκαλιάζει σφιχτά τους μαθητές του και όχι δεμένα
και αδύναμα. …»
Χρησιμοποιώντας «μεγάλα λόγια» μπορούμε εύκολα να
επηρρεάζουμε συναισθηματικά το ακροατήριο ανεξάρτητα από το τι είδους
πληροφορία, γνώση ή άποψη επικοινωνούμε. Την δύναμη του συγκινησιακού λόγου την
γνωρίζει εξίσου καλά τόσο ο ζητιάνος στο λεωφορείο όσο και ο πολιτικός στην
τηλεόραση και ο καθένας την χρησιμοποιεί αναλόγως της ευφυίας και της
ευφράδειάς του προκειμένου να πετύχει τους σκοπούς του. Τα «μεγάλα λόγια» και ο συγκινησιακός λόγος
αποτελούν ίσως τα ισχυρότερα εργαλεία παραπλάνησης και άσκησης μικρής ή μεγάλης
εξουσίας. Κατ’ αναλογία το ίδιο ισχύει και για τον λόγο ο οποίος με την χρήση
στερεότυπων επιδιώκει να κατευθύνει τον ακροατή μέσω αντανακλαστικών αντιδράσεων
στα επιθυμητά συμπεράσματα.
Όσο αφορά το παραπάνω κείμενο στην πραγματικότητα φέρει τόσα συντηρητικά
χαρακτηριστικά ώστε παρουσιαζόμενο ως φορέας της προοδευτικότητας να καθιστά
αναξιόπιστη την ίδια την προοδευτικότητα . Καθώς δε αυτό το παράδειγμα δεν
είναι μεμονωμένο μπορεί κανείς να αναρωτηθεί εάν το έλλειμα βρίσκεται στην
διατύπωση προοδευτικού λόγου ή στην ίδια την ύπαρξη προοδευτικότητας.
Τα ερωτηματικά που εγείρονται με αφορμή αυτό το κείμενο
μπορούν να αναχθούν στο ευρύτερο κοινωνικό πεδίο προκειμένου να συζητηθεί η
έννοια, το περιεχόμενο και η επιδιώξεις τόσο του προοδευτικού λόγου όσο και της
ίδιας της προοδευτικότητας.
Το αίτημα για αξιολόγηση και έλεγχο είναι προοδευτικό;
Ασφαλώς και είναι και, επιπλέον, ως τέτοιο αποτελεί αίτημα
του μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας. Το αίτημα για έλεγχο και αξιολόγηση των
προσφερόμενων υπηρεσιών αφορά τόσο στις ιδιωτικές επιχειρήσεις όσο και στον
δημόσιο τομέα, από τον οδοκαθαριστή μέχρι τον πρωθυπουργό.
Ο δημόσιος έλεγχος,
πριν από οτιδήποτε άλλο, είναι η αφετηρία για την χειραφέτηση των πολιτών μέσα
από την άσκησή του αλλά και την υποβολή σε αυτόν. Ο δημόσιος έλεγχος αποτελεί
το θεμέλιο της ισονομίας και ταυτόχρονα τον μεγαλύτερο εχθρό όσων επιθυμούν να
λειτουργούν στο σκοτάδι προκειμένου να διαμορφώνουν πελατειακές σχέσεις, να αποκομίζουν κάθε είδους μικρά ή μεγάλα
προνόμια, και να επιβάλλουν μικρές και μεγάλες εξουσίες.
Η απαξίωση της σημασίας του δημόσιου ελέγχου σε οποιοδήποτε
επίπεδο της κοινωνίας είναι αδύνατον να συνθέσει πειστικό λόγο για τις αγαθές
και προοδευτικές προθέσεις της. Η προοδευτικότητα μπορεί να συνδέεται με τις
προσπάθειες διεύρυνσης του κοινωνικού ελέγχου και μόνο.
Ποιος πρέπει να υπόκεινται σε κοινωνικό έλεγχο;
Κάθε πρόσωπο ή κοινωνική ομάδα που διαχειρίζεται μέρη ή το
σύνολο του δημόσιου χώρου καθώς και κάθε πρόσωπο ή κοινωνική ομάδα που έχει την
δυνατότητα να συγκεντρώνει οικονομικό πλεόνασμα και μέσα από αυτό εξουσία.
Καθώς η απουσία κοινωνικού ελέγχου ισχυροποιεί τόσο την σημερινή όσο και κάθε
κοινωνία που βασίζεται στις ανισότητες, η προβολή της αναγκαιότητας του ελέγχου
αυτού και η προσπάθεια εγκαθίδρυσής του καθορίζουν το περιεχόμενο της ίδιας της
προοδευτικότητας.
Ποιος είναι αρμόδιος να ασκεί τον κοινωνικό έλεγχο;
Για την προοδευτικότητα δεν μπορεί να είναι κάτι λιγότερο
από το σύνολο της κοινωνίας. Είτε με την άμεση εμπλοκή στις διαδικασίες, είτε
με την επίγνωση των διαδικασιών αυτών για τις οποίες η προοδευτικότητα οφείλει
να εργάζεται ώστε να γίνονται εμφανείς και διαφανείς για όλη την κοινωνία. Οι
διαδικασίες και τα κριτήρια με τα οποία μπορεί να αξιολογείται η κάθε
δραστηριότητα αποτελούν κρίσιμο αντικείμενο διαπραγμάτευσης και η συνεισφορά
κάθε προοδευτικού ανθρώπου ή συλλογικότητας
σε αυτήν την διαπραγμάτευση αποτελεί συνεισφορά στην χειραφέτηση της κοινωνίας
και του κάθε ανθρώπου.
Η σκάλα των εξουσιών και οι συντεχνίες
Από τις μεγάλες και πανίσχυρες εξουσίες μέχρι τις μικρότερες
των κάθε είδους συντεχνιών διαμορφώνεται μία σκάλα που χρησιμοποιεί ως δομικά
υλικά τις αλληλοεξυπηρετήσεις, τις πελατειακές σχέσεις και τα κάθε είδους
ιδιοτελή συμφέροντα. Είναι μάλλον απίθανο να υπάρχει επιμέρους συντεχνιακή
επιδίωξη που να υπερασπίζεται ταυτόχρονα το συλλογικό συμφέρον. Η συντεχνία του
πλούτου, οι συντεχνία των πολιτικών, οι συντεχνία των εμπόρων όπλων, και μετά
μικρές συντεχνίες που διαμορφώνουν την σκάλα των εξουσιών, οι συντεχνίες των
σωμάτων ασφαλείας, των εφοριακών, των γιατρών,
των εκπαιδευτικών κ.ο.κ.
Οι εξουσίες που βρίσκονται ψηλότερα στην σκάλα έχουν αναπτύξει
κάθε είδους μηχανισμούς ώστε, από την μία, να βρίσκονται μεταξύ τους σε αγαστή
συνεργασία και, από την άλλη, να εξασφαλίζουν την συνεργασία αυτών που
βρίσκονται χαμηλότερα.
Οι συντεχνίες, ωστόσο, που δομούν τα χαμηλότερα επίπεδα
αυτής της σκάλας προσβλέπουν αποκλειστικά στην συναλλαγή με τα ψηλότερα επίπεδα
προκειμένου να προωθούν τις επιδιώξεις τους, και ελάχιστα ή καθόλου στην
συνεργασία με τις ομοεπίπεδες συντεχνίες. Αυτή η συνθήκη από μόνη της εναντιώνεται
στις επιδιώξεις κάθε προοδευτικότητας που επιδιώκει την απάλειψη των ανισοτήτων
καθώς είναι προφανές ότι αποσκοπεί στην πολυδιάσπαση των εργαζομένων και την
ενδυνάμωση των ισχυρών.
Για την προοδευτικότητα η συγχώνευση κάθε συντεχνιακής δομής
εργαζόμενων ανθρώπων μέσα σε ένα ενιαίο κοινωνικό μέτωπο με κοινά ταξικά
χαρακτηριστικά και επιδιώξεις αποτελεί την μόνη, τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο
και σε πρακτικό, αφετηρία αποτελεσματικής οργάνωσης.
Η εξάσκηση στον κοινωνικό έλεγχο είναι το ιδανικό σχολείο
για την κοινωνική ανατροπή
..
..