20170601

Το μύθευμα της μίας και ενιαίας Κοινωνίας

Μπορούμε να μιλάμε για μία και ενιαία κοινωνία όταν κάποιοι, για να συγκεντρώνουν αμύθητα πλούτη και να διασκεδάζουν παίζοντας παιχνίδια εξουσίας και απληστίας, στριμώχνουν άλλους σε εργασιακές "αποθήκες" φτιάχνοντας στρατιές ανέργων και απόκληρων;

Μπορούμε να μιλάμε για μία και ενιαία κοινωνία όταν έχουμε ανάγει την αναλγησία σε κανονικότητα, όταν προσπερνάμε αδιάφορα όσους αποστερούνται ακόμα και τα στοιχειώδη από όσα οι διεθνείς συμφωνίες για τα δικαιώματα των ανθρώπων προβλέπουν;

Μπορούμε να μιλάμε για μία και ενιαία κοινωνία όταν υπάρχουν άνθρωποι που κοιτάζουν τους άλλους αφυψηλού, θεωρώντας τους κατώτερα όντα καταδικασμένα στο περιθώριο;


Οι κυρίαρχες κοινωνίες που επιβάλλουν την εξουσία τους με την βία των όπλων στις υποτελείς τους κοινωνίες, έχουν διαμορφώσει και επιβάλλει το μύθευμα πως τα έθνη-κράτη αποτελούνται από μία ενιαία κοινωνία στην οποία η ευημερία των κυρίαρχων επιφέρει, σε αναλογία, ευημερία και για τους υποτελείς.

Το μύθευμα της μίας και ενιαίας κοινωνίας καταρρίπτεται, τόσο εξετάζοντας διαλεκτικά την ιστορική αφετηρία και διαδρομή των σύνθετων, εμπόλεμων κοινωνιών μας, όσο και αναζητώντας το περιεχόμενο της έννοιας της κοινωνίας μέσα από την ανθρώπινη ηθική και ενσυνείδητη επιλογή. 

Ένας συλλογισμός που εξετάζει την αφετηρία και ιστορική διαδρομή των εθνών-κρατών καταδεικνύοντας τον τρόπο με τον οποίο τα σύγχρονα έθνη-κράτη αποτελούν την μετεξέλιξη των σύνθετων κοινωνιών-δίπολων, αποτελούμενων πάντα από κυρίαρχους και υπόδουλους και ευρισκόμενες πάντα σε αναγκαστικό πόλεμο, παρουσιάζεται στον σύνδεσμο "Πόλεμος και Καταναγκασμός".

Θα ήταν χρήσιμο όμως να αναζητήσουμε τον σύνθετο και εμπόλεμο χαρακτήρα των κοινωνιών μας αναζητώντας και επαναπροσδιορίζοντας το ίδιο το περιεχόμενο της έννοιας της κοινωνίας. Όπως είναι φυσικό, η έννοια της κοινωνίας κυριαρχείται σήμερα από το περιεχόμενο που της αποδίδει η κυρίαρχη ιδεολογία. Η ιδεολογία, δηλαδή, που διακηρύττει πως τα έθνη-κράτη αποτελούν εννιαίες κοινωνίες στις οποίες ο καθένας από την θέση του επιδιώκει το καλύτερο για όλους. 

Έτσι, οι ορισμοί περιστρέφονται γύρω από τα παρατηρήσιμα χαρακτηριστικά των σύγχρονων ή και παλαιότερων κοινωνιών και ειδικά από την εποχή που η δουλεία στρογγυλοκάθησε πάνω στον σβέρκο των ανθρώπων και έπειτα. Ακόμα όμως και από τα εύκολα παρατηρήσιμα χαρακτηριστικά, απουσιάζουν κάποια που είναι ιδιαίτερα κρίσιμα για την κατανόηση των κοινωνιών μας. Έτσι, αυτοί οι ορισμοί καταλήγουν να αποτελούν εξωραϊσμένες διατυπώσεις της κοινωνικής πραγματικότητας, καθώς πουθενά δεν θα διαβάσουμε κάτι σαν "κοινωνία είναι ένα σύνολο ανθρώπων μέσα στο οποίο λίγοι έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν τους πολλούς σαν κοπάδια τους, προκειμένου να τους απομυζούν για να ικανοποιούν το κάθε καπρίτσιο τους, καμμιά φορά ακόμα και οδηγώντας τους στον όλεθρο και τον αφανισμό". 
Ούτε θα συναντήσουμε κάποιον ορισμό όπως, "κοινωνία είναι ένα σύνολο ανθρώπων στο οποίο οι πολλοί εξαναγκάζονται με την βία, ή καθοδηγούνται με κάθε είδους τεχνάσματα, να εγκαταλείπουν την ακεραιότητά τους και να μετατρέπονται σε υπηρέτες αφεντικών, τα οποία, σε αντάλλαγμα, τους υπόσχονται ευμάρεια και ασφάλεια". 
Ούτε και κάποιον ορισμό όπως, "οι σύγχρονες κοινωνίες δεν αποτελούν την μόνη και αυτονόητη κοινωνική πραγματικότητα για τους ανθρώπους, ούτε βέβαια και κάποια κορύφωση και ολοκλήρωση της κοινωνικής εξέλιξης, αλλά αντίθετα αποτελούν μία εκδοχή κοινωνικής οργάνωσης που κατάφερε να επιβληθεί βασιζόμενη αποκλειστικά στον πόλεμο και την επινόηση της δουλείας ως μέσου παραγωγής, γεγονός το οποίο τις κρατά, από την πρώτη στιγμή μέχρι σήμερα, εγκλωβισμένες στην ανάγκαιότητα της διαρκούς μεγέθυνσης και του πολέμου".

Ο κατάλογος με τις διατυπώσεις που δεν θα βρούμε εύκολα μπορεί να είναι αρκετά μεγάλος. Από την άλλη οι διατυπώσεις που θα συναντήσουμε με ευκολία, περιστρέφονται γύρω από οικονομικούς και πολιτικούς όρους και λίγο πολύ περιγράφονται σε ιστότοπους όπως αυτόν: https://en.wikipedia.org/wiki/Society.

Οι έννοιες μέσα στον χρόνο αλλάζουν και αυτό από μόνο του δεν είναι πρόβλημα. Είναι αναγκαίο όμως να αναζητούμε και να διατηρούμε ευλαβικά στην συλλογική μνήμη μας τις αφετηρίες ορισμένων ειδικά λέξεων που χρησιμοποιούμε και εμείς, αλλά και το κυρίαρχο κοινωνικό ιδεολόγημα του παρόντος, έτσι ώστε να είμαστε σε θέση να αξιολογούμε πότε προοδεύουμε και πότε οπισθοδρομούμε.

Ο ανθρώπινος πολιτισμός εκκινήθηκε από μία πολύ απλή συνειδητοποίηση:
μία ομάδα μπορεί να επιβληθεί σε ένα άτομο όσο ισχυρό και εάν αυτό είναι.
Όταν αυτή η γνώση έγινε επιλογή των ανθρώπων δημιούργησε
τις τοτεμικές κοινωνίες των ομότιμων.
Οι τοτεμικοί κανόνες που εξασφάλιζαν την υποχρέωση στην ισοτιμία και
την συνεργασία των μελών της ομάδας αποτελούν
την πρώτη διατύπωση ανθρώπινου πολιτισμού.
Ο τελευταίος, ίσως, απόηχος αυτού του αρχέγονου
εξισωτικού τοτεμικού πολιτισμού υπήρξαν τα πρωτοχριστιανικά κινήματα.
Ο πολιτισμός ξεκινά την διαδρομή του την στιγμή που κάποιοι άνθρωποι, δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια πριν από εμάς, έθεσαν τους πρώτους εξισωτικούς κανόνες. Τότε, αυτοί οι κανόνες περιστρέφονταν γύρω από την πραγματική ή συμβολική θυσία-φόνο ενός κυρίαρχου αρσενικού. Σε αυτή την αχανή χρονική περίοδο, κάθε θρησκευτική, καλλιτεχνική ή οργανωτική παράδοση αποτελούσε και εργαλείο διασφάλισης της ισότητας μέσα στην κοινότητα. Φτάνοντας ωστόσο στην περίοδο που χρονολογούνται τα Ομηρικά Έπη η τοτεμική εξισωτική παράδοση δέχεται τα τελευταία καταστροφικά χτυπήματα από τις πολεμικές δουλοκτητικές κοινωνίες και την πολεμική αρχηγία. Στο επίπεδο του πολιτισμού η ήττα του εξισωτισμού, επιβραβεύεται στο πρόσωπο του Οδυσσέα, ο οποίος, έχοντας ήδη διαπρεύσει ως πολεμικός αρχηγός, σκοτώνει τους μνηστήρες και επιβάλλεται ως ένας και μόνος σύζυγος, αλλά και κυρίαρχος, της γυναίκας. 

Τί σημαίνει για εμάς το γεγονός πως ο πολιτισμός, για δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, χτιζόταν έχοντας ως αφετηρία τον εξισωτισμό, τον πιο έγκυρο δηλαδή τρόπο για την ελαχιστοποίηση των αντιπαραθέσεων μέσα σε μία κοινότητα; Πώς ο πολτιτισμός του εξισωτισμού μέσα στις κοινότητες διευρύνθηκε πέρα από αυτές διαμορφώνοντας μεγάλα δίκτυα συνεργαζόμενων κοινοτήτων;
Υπάρχει μία κορυφαία στιγμή στην ανθρώπινη ιστορία που φανερώνεται από τα ευρήματα στις Κυκλάδες πριν από 5.000 χρόνια: ανοχύρωτοι οικισμοί, χωρίς κεντρική διοίκηση, με πιθανή κοινοκτημοσύνση στα κοπάδια και την αγροτική παραγωγή, ταυτόχρονα όμως, με ανεπτυγμένες εμπορικές σχέσεις με κοινότητες εκατοντάδες χιλιόμετρα μακρυά, και με αριστουργηματική τέχνη και πολιτιστικές παραδόσεις.
Εμείς, σήμερα, θα χρειαζόμασταν χιλιάδες σελίδες κειμένων για να διατυπώσουμε νόμους και κανονισμούς που θα εξασφάλιζαν όσα για εκείνους τους ανθρώπους ήταν αδιαμφισβήτητα: η ακεραιότητα των ανθρώπων, η συνεργασία, η ισότητα. Χωρίς αμφιβολία και εκείνες οι κοινωνίες δεν θα μπορούσαν να είναι απαλλαγμένες από τις ανθρώπινες αντιφάσεις, ωστόσο, στην βίαιη διακοπή της εξέλιξής τους από την εισβολή των πολεμικών και δουλοκτητικών κοινωνιών μάλλον θα παραλογιζόμαστε αν διακρίνουμε κάποιου είδους πρόοδο.

Αποκρύπτουμε συστηματικά την γνώση που αφορά τις αφετηρίες του πολιτισμού και κάθε τί που αμφισβητεί το "αυτονόητο" των πολεμικών-δουλοκτητικών κοινωνιών. Πόσοι δάσκαλοι συστήνουν ως ανάγνωσμα το Τοτέμ και Ταμπού του Φρόυντ, ή την Μητριαρχία του Λεκατσά, ή Το Τέλειο Κράτος του Γεωργίου; Η κοινωνία και η πρόοδος αποδίδονται ξεδιάντροπα στην ίδια την Εξουσία κι εμείς ανόητα αποδεχόμαστε πως κάθε Παρθενώνας χτίζεται μόνο αφού η γη ποτιστεί με αίμα Μηλίων. Στο γνωστικό μας πεδίο η αφετηρία του πολιτισμού ταυτίζεται με την αφετηρία της Εξουσίας, την εγκαθίδρυση δηλαδή της δουλοκτησίας, του πολέμου και του καταναγκασμού, ως τρόπου ζωής. 
Παρόλα αυτά, πολλά από τα αξιοθαύμαστα δημιουργήματα των ανθρώπων που βλέπουμε γύρω μας, μαζί και όλα όσα χωρίς δεύτερη σκέψη τους αποδίδουμε ανθρωπιά και ανθρώπινο μεγαλείο, δεν σχετίζονται με τον αγώνα για κυριαρχία, επιβολή και καταστροφή, αλλά εξακολουθούν να είναι δημιουργήματα της συνεργασίας, της αλληλεγγύης, και της αναζήτησης του ωραίου και του δίκαιου. Κάθε άνθρωπος στο πίσω μέρος της σκέψης του, ίσως στην ανάμνηση της μητρικής θαλπωρής -του αρχέγονου και ακατάλυτου ανθρώπινου δεσμού, φέρει την γνώση με την οποία μπορεί να διαχωρίζει το ανθρώπινο από το απάνθρωπο, και αυτή η ικανότητα, όσο και αν καταπιεστεί, επανέρχεται στο προσκήνιο ξανά και ξανά επιδρώντας στην διαμόρφωση της κοινωνικής πραγματικότητας, του ανθρώπινου κόσμου και πολιτισμού. 

Η κοινωνία ξεκινά την διαδρομή της από την οικογένεια. Στην διευρυμένη οικογένεια, τις πρώτες κοινότητες των ανθρώπων, ο μέγιστος σεβασμός αποδίδονταν στην πιο ηλικιωμένη μητέρα. Όταν υπήρχε ανάγκη για αρσενική αρχηγία, πολεμική ή άλλη, αυτή ήταν πρόσκαιρη και ο άνδρας συχνά αναλώσιμος, ακόμα και κυριολεκτικά. Το πρόβλημα της εξουσίας κάθε άλλο παρά άγνωστο ήταν για αυτούς τους ανθρώπους, καθώς είχαν διαμορφώσει κανόνες για να προφυλάσσονται από την εδραίωση και μεγέθυνσή της. Η προσπάθεια προφύλαξης από την εξουσία οδήγησε στην ευλαβική τήρηση παραδόσεων που εξασφάλιζαν πως η εξουσία δεν θα υπερέβαινε το συμβολικό πεδίο, ενώ η συμβολική διάστασή της συντηρούνταν μέσα από την συνεχή τελετουργική κατάργησή της. 
Οι ανθρώπινες κοινωνίες, είχαν από την πρώτη στιγμή ως θεμέλιο, την ακεραιότητα των προσώπων και την φροντίδα προς τον συνάνθρωπο. Ανήγαγαν την ανθρώπινη συνείδηση και διάνοια στον παράγοντα που θα καθόριζε την ανάπτυξη των κοινωνικών σχέσεων για τα επόμενα δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια και μέχρι την βίαιη εισαγωγή του πολέμου ως μέσου επιβίωσης. 

Ας έχουμε στην σκέψη μας την καταγραφή του Τζον Λονγκ από τα τέλη του 18ου αιώνα:
"Οι Ιρόκοι γελούν όταν τους μιλάς για υποταγή σε βασιλιάδες καθώς αδυνατούν να συνδυάσουν την ιδέα της υποταγής με την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Κάθε πρόσωπο θεωρεί τον εαυτό του αυτοκυρίαρχο και, καθώς πιστεύει πως αντλεί την ελευθερία του από το Μεγάλο Πνεύμα και μόνο, δεν μπορεί να αποδεχτεί την αναγνώριση οποιασδήποτε άλλης δύναμης."
Με αυτήν την προσέγγιση θα ήταν λογικό να διαβάζουμε και το χριστιανικό, "όλοι ίσοι μπροστά στον θεό", για να κατανοήσουμε τα εξισωτικά τοτεμικά χαρακτηριστικά αυτού του κινήματος που διατηρήθηκαν μέσα από τις παραδόσεις υπόδουλων κοινοτήτων, για χιλιάδες -ήδη τότε- χρόνια δουλείας και τα οποία, σε συνδυασμό με τα φιλοσοφικά ρεύματα της Ελληνιστικής περιόδου, το εξάπλωσαν σαν σπίθα σε ξερά χόρτα.

Σήμερα, διδασκόμαστε πως μία ανθρώπινη κοινωνία είναι σαν μία μηχανή, της οποίας τα μηχανικά μέρη είναι οι ανώτερες "τάξεις" και οι κρατικές δομές΄, ενώ τα αναλώσιμα είναι η εργασία των κατώτερων "τάξεων", αλλά και οι ίδιοι οι άνθρωποι που αποτελούν αυτές τις "τάξεις". Σε άλλες περιπτώσεις η ανθρώπινη κοινωνία παρομοιάζεται με ένα ον στο οποίο, όπως είναι αναμενόμενο, οι κυρίαρχες κοινωνίες αυτοπροσδιορίζονται ως ο εγκέφαλος, ενώ οι καταπιεζόμενες αναλαμβάνουν διάφορους ρόλους, άλλοτε απολαμβάνοντας κάποια προνόμια, όπως τα μάτια και τα αυτιά, και άλλοτε υπάρχοντας ως αναλώσιμα κύτταρα του δέρματος και της σάρκας. 
Αυτός διδασκόμαστε είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώνει μία κοινωνία, και δυστυχώς, εν μέρει έχουν δίκιο: αυτός είναι ο μόνος τρόπος μέσα από τον οποίο μπορεί να επιβιώνει μία πολεμική κυριαρχική κοινωνία που διατηρεί υποταγμένες άλλες κοινωνίες ενώ ταυτόχρονα ανταγωνίζεται αδιάκοπα άλλες πολεμικές κυριαρχικές κοινωνίες.

Σε κάθε περίπτωση, όλες αυτές οι προσεγγίσεις αναφέρονται στην κοινωνία ως μία μηχανή, ένα κέλυφος ή έναν σκελετό, μέσα ή πάνω στα οποία διαμορφώνονται, μεγεθύνονται ή σμικρύνονται ποσά από τα οποία αξιολογείται η προοπτική της κοινωνίας-μηχανής. 
Όπως είναι φυσικό, μία κοινωνία-μηχανή αποτελείται από ανθρώπους-μηχανές προορισμένους να αγωνίζονται ο καθένας χωριστά για την επιτυχία. Αυτή η επιτυχία αναγκαστικά επιτυγχάνεται σε βάρος κάποιων άλλων ανθρώπων, ακριβώς όπως και η επιτυχία κάθε έθνους-κράτους αναγκαστικά επιτυγχάνεται σε βάρος κάποιων άλλων εθνών-κρατών. 
Μπορούμε με λίγη μελέτη να συνειδητοποιήσουμε πως οι κυρίαρχες κοινωνίες συχνά έχουν υπερεθνικό χαρακτήρα και συνεργάζονται αποτελεσματικά μέσα και έξω από εθνικά σύνορα για να απομυζούν κατά τον πιο αποτελεσματικό κάθε φορά τρόπο τις εγκλωβισμένες σε σύνορα υπόδουλες κοινωνίες. Όποτε οι μεταξύ τους ανταγωνισμοί μεγεθύνονται εμπλέκονται σε αντιπαραθέσεις οι οποίες τις περισσότερες φορές επιβαρύνουν τις υπόδουλες κοινωνίες αφήνοντας τις ίδιες ανεπηρέαστες.

Μία χαρακτηριστική έκφραση της διδασκαλίας περί έθνους και ομοψυχίας όπου οι κυρίαρχοι εκμεταλλευτές και οι υπόδουλοι εκμεταλλευόμενοι καλούνται να συμπράξουν από κοινού προς όφελος της μίας και ενιαίας κοινωνίας. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο ρόλος όσων αυτοπροσδιορίζονται ως "μεσαία τάξη" οι οποίοι, κάθε φορά που η αρπακτικότητα της κυρίαρχης κοινωνίας γίνεται ανεξέλεγκτη, απερίσκεπτα συντάσσονται μαζί της νομίζοντας ότι έτσι θα διασφαλίσσουν τα προνόμιά τους. Μέσα στα πολλά και ορισμένα χρήσιμα αιτήματα αυτής της κινητοποίησης απουσιάζει κάθε σκέψη για κλείσιμο της μισθολογικής ψαλίδας, απουσιάζει κάθε σκέψη για το περιεχόμενο και τον σκοπό της ζητούμενης αξιοκρατίας, ενώ προκρίνεται η συρρίκνωση του "δημόσιου" τομέα και όχι η μεταστροφή του από κρατικού-πελατειακού σε πραγματικού δημόσιου αγαθού και εργαλείου προόδου μέσα από τον κοινωνικό έλεγχο. Αυτά τα σημεία αρκούν για να φανερώσουν πως το ενδιαφέρον των διοργανωτών δεν βρίσκεται στην δικαιοσύνη για όλους αλλά στην συντήρηση του συστήματος που επέτρεπε μέχρι πρότινος σε μία σημαντική αριθμητικά ομάδα ανθρώπων να αυτοπροσδιορίζονται ως επιτυχημένοι μέσα σε έναν εκ φύσεως, όπως ισχυρίζονται, άγριο και ανταγωνιστικό κόσμο. http://news247.gr/eidiseis/politiki/o-arkas-epathe-lazopoylo-me-toys-paraiththeite.4729205.html

Στις κοινωνίες σε πόλεμο ο ανταγωνισμός και η ανάγκη για μεγέθυνση είναι ο πολιτισμικός πυρήνας που καθορίζει τις συμπεριφορές σε όλα τα επίπεδα. Στις κυρίαρχες και στις υπόδουλες κοινωνίες, στα έθνη-κράτη, στις κοινωνικές υποομάδες και στα ίδια τα πρόσωπα μεταξύ τους.
Σε αυτό το περιβάλλον, ένας άνθρωπος που επιλέγει να αφιερώνει χρόνο στις προσωπικές του σχέσεις ή στη σχέση με τα παιδιά του, ή του αρέσει να διαβάζει βιβλία, δίπλα σε έναν άνθρωπο που αξιοποιεί όλο τον διαθέσιμο χρόνο για την συγκέντρωση κεφαλαίων, αργά ή γρήγορα θα βρεθεί σε υποδεέστερη θέση έτσι ώστε να θεωρείται αποτυχημένος, ενώ ο δεύτερος επιτυχημένος.
Αντίστοιχα ένας άνθρωπος που δεν είναι φιλοχρήματος ή η αξιοπρέπειά του δεν θα του επέτρεπε να δολοπλοκήσει και να κινηθεί υπόγεια, αργά ή γρήγορα θα βρεθεί σε υποδεέστερη θέση σε σχέση με έναν φιλοχρήματο και δολοπλόκο. Όμοια όπως και άξιοι άνθρωποι που αποστρέφονται την εξουσία, καταλήγουν να εξουσιάζονται από ανάξιους ανθρώπους που την αποζητούν.

Εδώ τώρα φτάνουμε στο κρίσιμο ερώτημα: είναι η κοινωνία ένα σύνολο μικροσκοπικών τμημάτων και ανταλλακτικών που συνθέτουν μια μοιραία-αυτοδιογκούμενη μηχανή; Ή, μήπως είναι ένα σύνολο κυττάρων από τα οποία, αναπόφευκτα, κάποια πρέπει να συνθλίβονται και κάποια να ευδοκιμούν σε μία αγωνιώδη προσπάθεια εξάπλωσης και κυριαρχίας; Είναι επιλογή κάποιων να επιλέγουν αυτούς τους προσδιορισμούς για τις ανθρώπινες κοινωνίες.
Για κάθε προοδευτικό άνθρωπο όμως τέτοιοι προσδιορισμοί δεν μπορεί παρά να ακούγονται ως αδιανόητοι, ακόμα και αν οι πρακτικές που βλέπουμε γύρω μας, όπως διαμορφώνονται από τις κοινωνίες σε πόλεμο, τους επιβεβαιώνουν.

Είναι κρίσιμο να επιλέξουμε σθεναρά έναν ορισμό για την κοινωνία που να ανταποκρίνεται στο ανθρώπινο μέτρο και πάνω σε αυτόν να χτίζουμε τις προοπτικές μας. Με μια τέτοια αφετηρία, μπορούμε να πούμε πως κοινωνία είναι ένα σύνολο ανθρώπων που αλληλεπιδρά μέσα από το αμοιβαίο νοιάξιμο, τις αμοιβαίες φροντίδες και το αμοιβαίο ενδιαφέρον για την διατήρηση της ακεραιότητας του καθενός μέσα σε αυτό το σύνολο, αλλά και για την διατήρηση της ακεραιότητας του ίδιου του συνόλου.
Είναι κρίσιμο να επιλέξουμε πως δεν αποτελεί εκδοχή μίας ενιαίας κοινωνίας ανθρώπων, η συνύπαρξη της τεχνολογικής επιτάχυνσης από την μία, και της εξαθλίωσης και της εργασιακής ομηρίας από την άλλη. Το σημαντικό όμως σε αυτές εδώ τις σκέψεις δεν είναι μόνο να αισθανθούμε τι σημαίνει "ανθρώπινα κοπάδια παραδομένα στις ορέξεις κυρίαρχων κοινωνιών που επιβάλλονται στα κοπάδια τους, καμμιά φορά και μεταξύ τους, με την πολεμική βία". Σε αυτές τις σκέψεις προτείνεται η άποψη πως σε μία ενιαία κοινωνία η πρώτη μέριμνα κάθε ανθρώπου που επιτυγχάνει ένα μικρό ή μεγάλο επίτευγμα είναι το μοίρασμα του επιτεύγματος αυτού με τους άλλους ανθρώπους, κάθε άλλο δηλαδή από την αξιοποίησή του ως μέσου επιβολής πάνω στους άλλους.

Αναγνωρίζοντας έναν τέτοιο ορισμό ως τον ορθότερο για την ανθρώπινη κοινωνία, καταλαβαίνουμε πως οι κοινωνίες σε πόλεμο μέσα στις οποίες ζούμε, στην πραγματικότητα δεν συνθέτουν ένα ανθρώπινο κοινωνικό περιβάλλον, αλλά ίσα-ίσα με μένος προσπαθούν να καταργήσουν κάθε προσπάθεια δημιουργίας ανθρώπινων κοινωνιών, αλλά και να καταργήσουν τα ίδια τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της ανθρώπινης υπόστασης, αυτά της ενσυναίσθησης και της προσφοράς.

Οι κοινωνίες σε πόλεμο όσο και αν προπαγανδίζουν το μύθευμα της μίας και ενιαίας κοινωνίας τόσο εργάζονται, άλλοτε συνειδητά και άλλοτε από κεκτημένη ταχύτητα, προκειμένου να δημιουργούν συνθήκες κατακερματισμού των ανθρώπινων συνόλων, καθοδηγώντας ανθρώπους και σύνολα στην απανθρωπιά και την αγριότητα.