Η λογική είναι ο πιο σίγουρος σύμβουλος της προοδευτικότητας. Θα μπορούσαμε να πούμε μάλιστα, παρατηρώντας την εξέλιξη της ανθρωπότητας, πως η λογική είναι αυτή που γεννά την προοδευτικότητα, αλλά και πως η προοδευτικότητα είναι αυτή που πρώτη απ' όλους αναζητά την λογική. Με αυτό το κριτήριο είναι χρήσιμο και επείγον να αξιολογήσουμε μερικά από τα συνθήματα της αριστεράς.
"Όχι στην παγκοσμιοποίηση"
Θα μπορούσαμε να πούμε "όχι στην τεχνολογία", "όχι στην εκβιομηχάνιση", ή "όχι στις επικοινωνίες"; Αν υποθέταμε πως αυτά τα συνθήματα είναι συνεπή ως προς τις επιδιώξεις της προοδευτικότητας τότε ασφαλώς ως συνεπές θα ακουγόταν και το σύνθημα "όχι στην παγκοσμιοποίηση".
Αυτά τα συνθήματα όμως εύκολα μπορούμε να αναγνωρίσουμε πως είναι οπισθοδρομικά και απέχουν από την έννοια προοδευτικότητας. Καθώς όμως η παγκοσμιοποίηση αποτελεί μια φυσική συνέχεια των εξελισσόμενων τεχνολογιών και επικοινωνιών, η άρνησή της αποτελεί αναπόφευκτα ένα εξίσου οπισθοδρομικό σύνθημα.
Μπορεί να ακουστεί τετριμμένο ως παράδειγμα πως με το σίδερο έχουν φτιαχτεί τόσο άροτρα όσο και σπαθιά χωρίς κανείς να έχει αναφωνήσει ποτέ "όχι στο σίδερο".
Τα εργοστάσια φτιάχνουν τρακτέρ και τανκς και πολύ περισσότερο, όσο βρίσκονται στα χέρια κυρίαρχων τάξεων, είτε φτιάχνουν τρακτέρ, είτε τανκς, στο τέλος στρέφονται εξίσου ενάντια στις υποταγμένες τάξεις. Πάλι όμως κανείς δεν φωνάζει "όχι στα εργοστάσια". Κι αυτό είναι λογικό καθώς το εργοστάσιο το ίδιο δεν έχει κάνει κάποια επιλογή ούτε ως προς το τι θα παράξει, ούτε ως προς το πως θα αξιοποιηθεί ως μέσο παραγωγής.
Η παγκοσμιοποίηση, δηλαδή η συσχέτιση ολόκληρης της ανθρωπότητας μέσω της επικοινωνίας και των αλληλοσχετιζόμενων οικονομιών, είναι άβουλη ως προς το πώς θα αξιοποιηθεί από τους ανθρώπους και τις επιλογές που αυτοί θα κάνουν με βάση την συνείδησή τους.
Η παγκοσμιοποίηση όμως είναι ένα σημαντικό, μοναδικό πιο σωστά, εργαλείο το οποίο δίνει την δυνατότητα στις κοινωνίες, αν το θελήσουν, από την μία να ελέγξουν σε παγκόσμιο επίπεδο την οικονομία προς όφελός τους και από την άλλη να ελαχιστοποιήσουν τις βίαιες αντιπαραθέσεις.
Με λίγα λόγια, η παγκοσμιοποίηση είναι και αυτή εργαλείο στα χέρια της προοδευτικότητας με τον ίδιο τρόπο που είναι το σίδερο, οι τεχνολογίες, οι βιομηχανίες, οι επικοινωνίες κτλ.
Επιπλέον, καθώς μόνο μία μεγάλου μεγέθους καταστροφή θα μπορούσε να αναχαιτίσει την παραγωγή σιδήρου, την ανάπτυξη των τεχνολογιών, της βιομηχανίας, των επικοινωνιών, μαζί και την διεύρυνση της παγκοσμιοποίησης, αποτελεί ευθύνη της προοδευτικότητας τόσο το σίδερο, οι τεχνολογίες, οι βιομηχανίες, οι επικοινωνίες, όσο και η παγκοσμιοποίηση, να χρησιμοποιούνται από την ανθρωπότητα με τρόπο που να ωφελεί τις δικές της αξίες και όχι τις αξίες της οπισθοδρόμησης.
"ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο"
Καταρχήν, για το υπάρχον κοινωνικό πλαίσιο που λειτουργεί βασιζόμενο στους κανόνες του ανταγωνισμού και της κυριαρχίας, η ανάπτυξη, η επέκταση, η διεύρυνση ή όπως μπορεί να το διατυπώσει ο καθένας, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση συντήρησής του.
Η ύπαρξη κάθε κοινωνικής οντότητας εξαρτάται από την ικανότητά της να κυριαρχεί ή στην χειρότερη για αυτήν περίπτωση να ισορροπεί με τις άλλες οντότητες σε οικονομικό και στρατιωτικό επίπεδο. Όσο θλιβερό και αν ακούγεται, αυτή η συνθήκη έχει καθορίσει την ανθρώπινη ιστορία από τότε που, πριν από αρκετές χιλιάδες χρόνια, κάποιοι άνθρωποι επινόησαν την υποδούλωση και εκμετάλλευση άλλων ανθρώπων. Έκτοτε, τα εκάστοτε τεχνολογικά και οργανωτικά επιτεύγματα που ανέπτυσσε ή έκλεβε μια κοινωνία είναι αυτά που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό το αν για κάποιο χρόνο θα κατάφερνε να κυριαρχήσει ή αν θα αφανιζόταν στα βάθη του χρόνου, ακόμα και χωρίς να αφήσει κανένα σημάδι.
Χωρίς αμφιβολία, το υπάρχον ηθικό και οικονομικό πλαίσιο υποβιβάζει και μετατρέπει τους ανθρώπους σε ζώα και μάλιστα όσο πιο αγέρωχοι, κυρίαρχοι και μεγαλοπρεπείς αυτοπροβάλλονται κάποιοι άνθρωποι, τόσο πιο κοντά βρίσκονται στην κατάσταση των χιμπατζήδων που πασχίζουν να κυριαρχήσουν στο κοπάδι τους.
Ενώ όμως οι χιμπατζήδες δεν μπορούν να αποκτούν υπέρμετρη δύναμη έναντι των άλλων, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι μπορούν να δημιουργούν εργαλεία και να αναπτύσσουν μέσα με τα οποία να επιβάλλουν στους άλλους ανθρώπους καταναγκασμούς και ανισότητες που κανένας χιμπατζής δεν θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί.
Η ανάγκη για επέκταση που δημιουργεί ο πολιτισμός του ανταγωνισμού και της κυριαρχίας, σε συνδυασμό με την ικανότητα των ανθρώπων να διευρύνουν τα πεδία του ανταγωνισμού όσο και αν γίνονται καταστροφικά για τους ίδιους, φέρνει στην επιφάνεια με όλο και πιο επιτακτικό τρόπο την κριτική σε αυτόν τον πολιτισμό και τις αφετηρίες του.
Αναπτύσσοντας λοιπόν μια τέτοια κριτική είναι σημαντικό να διακρίνουμε ποιά είναι τα εν δυνάμει μέσα για την ανάπτυξη της συνεργασίας των λαών και της κοινωνικής δικαιοσύνης και ποιά τα μέσα που διαιωνίζουν τους ανταγωνισμούς και τις κυριαρχίες.
Για το ΝΑΤΟ, όσο και αν αυτοπροβάλλεται ως μηχανισμός σταθερότητας, έχει εμπεδωθεί ο ρόλος του ως μηχανισμός επεκτατισμού και επιβολής με στρατιωτικά μέσα συγκεκριμένων συμφερόντων.
Όσο αφορά την ΕΕ από την άλλη, θα πρέπει να σταθούμε πιο αναλυτικά.
Οι διευρυμένες οικονομικές συσχετίσεις, όπως έχουν υπάρξει οι πόλεις-κράτη, οι αυτοκρατορίες, πρόσφατα τα κράτη όπως τα γνωρίζουμε, και τέλος οι χαλαρές ή σφιχτές οικονομικο-πολιτικές ενώσεις, αποτελούν από την μία αποτέλεσμα των τεχνολογιών, και από την άλλη, αποτέλεσμα άλλοτε της επιδίωξης για συνεργασία με γνώμονα το αμοιβαίο συμφέρον, και άλλοτε της επιβολής και κυριαρχίας κάποιων πάνω σε άλλους.
Αν αρνηθούμε ότι η ΕΕ μπορεί να λειτουργήσει ως μηχανισμός ανάπτυξης της συνεργασίας των λαών γιατί να μην καταλήξουμε ότι οι ίδιες οι κρατικές οντότητες που την αποτελούν και οι οποίες αυτή την στιγμή επιβάλλουν την κυριαρχία των ισχυρών πάνω στους ασθενέστερους, δεν πρόκειται ποτέ να λειτουργήσουν προς όφελος της συνεργασίας των ανθρώπων; Με λίγα λόγια, γιατί να συζητάμε την κατάργηση της ΕΕ και όχι των ίδιων των κρατικών οντοτήτων που λειτουργούν λίγο πολύ με παρόμοιο τρόπο και επιδιώκουν τα ίδια πράγματα; Και τότε, αν κρίνουμε αυτή την σκέψη ως σωστή, πως δηλαδή η οργανωτική μεγιστοποίηση ως προϊόν του ανταγωνισμού είναι αυτή που επιφέρει τις ανισότητες, μέχρι ποιο σημείο θα πρέπει να τεμαχίσουμε οργανωτικά τις κοινωνίες προκειμένου να απαλλαγούμε μια για πάντα από την κυριαρχία των ισχυρών;
Ασφαλώς αυτός ο συλλογισμός είναι βάσιμος καθώς κατ' αναλογία οι κρατικές οντότητες είναι μηχανισμοί καταπίεσης εξίσου με τους κρατικούς συνασπισμούς στους οποίους εντάσσονται. Άρα έτσι και η όποια κριτική στους συνασπισμούς θα πρέπει με ανάλογο τρόπο να είναι και κριτική προς τις κρατικές οντότητες. Και αν ως γιατρικό για τις ανισότητες δεχτούμε την κατάργηση των συνασπισμών μεταξύ των κρατών τότε το ίδιο γιατρικό θα πρέπει να συστήνουμε και στην περίπτωση των ίδιων των κρατών. Δηλαδή, την κατάργησή τους.
Όσο ανατρεπτική και αν ακούγεται μια τέτοια θέση πολύ λίγο μπορεί να σχετίζεται με την προοδευτικότητα για την οποία η επικοινωνιακή και οργανωτική διεύρυνση των κοινωνιών δεν μπορεί παρά να αποτελεί κύρια επιδίωξη. Η ίδια η δαιμονοποιημένη παγκοσμιοποίηση προσφέρει στην προοδευτικότητα τα πιο σημαντικά εργαλεία για την ειρηνοποίηση του κόσμου και την απάλειψη των ανισοτήτων, όπως είναι για παράδειγμα οι δυνατότητες στην ενημέρωση και τον έλεγχο. Όπως ισχύει και για κάθε εργαλείο ή μέσο, η όποια κριτική είναι πιο λογικό να αφορά κυρίως τις χρήσεις που ασκούνται με βάση τις επιλογές συγκεκριμένων ανθρώπων και όχι απευθείας το ίδιο το εργαλείο ή μέσο καθώς αυτό δεν έχει συνείδηση και δεν επιλέγει.
Ένα σημαντικό θέμα που παρουσιάζεται είναι πως αν δεν αναζητήσουμε έγκυρες απαντήσεις για τις αφετηρίες που προκαλούν τις κοινωνικές ανισότητες και επιμένουμε να επαναπαυόμαστε βολικά σε δαιμονοποιήσεις οι οποίες απέχουν από το να αποτελούν συμπεράσματα διαλεκτικής ανάλυσης, οι όποιες επιδιώξεις μας θα είναι μονίμως αδιέξοδες, δεν θα αποφέρουν καρπούς και θα διαιωνίζουν την υπάρχουσα κατάσταση.
"Όχι στην αξιολόγηση"
Με αυτό το σύνθημα η αριστερά θέτει ένα φράγμα καχυποψίας ανάμεσα σε αυτήν και τους ανθρώπους που αγωνιούν για ένα καλύτερο μέλλον της κοινωνίας πέρα από το στενά ιδιωτικό τους συμφέρον. Δείχνει με μιας ότι, από την μία δεν έχει μελετήσει διόλου τις παθογένειες που έχει δημιουργήσει το υφιστάμενο πελατειακό καθεστώς και τον αντίκτυπο στις συνειδήσεις των ανθρώπων και, από την άλλη, δεν αντιλαμβάνεται τον κοινωνικό έλεγχο ως το μόνο εργαλείο η εξάσκηση στο οποίο μπορεί να ανεβάσει τους ανθρώπους από το επίπεδο του υπηκόου στο επίπεδο του πολίτη.
Δεν νοείται προοδευτική δύναμη που να μην προτείνει αδιάκοπα μηχανισμούς ελέγχου σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα. Το υφιστάμενο πελατειακό καθεστώς ανέκαθεν διαμόρφωνε μεθοδικά κλιμακωτές εξουσίες και προνόμια σε βάρος και στην πλάτη των περισσότερων ανθρώπων εδραιώνοντας ένα νοσηρό πλέγμα ιεραρχιών και αναξιοπρέπειας. Αν και θα ήταν αδύνατο η επίδραση αυτού του πλέγματος στις συνειδήσεις των ανθρώπων να μεταβληθεί σε μια στιγμή, η διατύπωση του συνθήματος "όχι στην αξιολόγηση" σηματοδοτεί την απουσία οποιασδήποτε πρόθεσης να εξασκηθεί η κοινωνία στον κοινωνικό έλεγχο έχοντας ως κύρια επιδίωξη την χειραφέτηση των μελών της. Μπορεί δε κάλλιστα η απόρριψη της αξιολόγησης να θεωρηθεί ως προάγγελος της διαμόρφωσης και επιβολής στην κοινωνία νέων πελατειακών κοινωνικών ομάδων υπό νέους όρους, με νέα ή ίδια συμφέροντα.
Για τον κοινωνικό έλεγχο ισχύει ό,τι ισχύει και για οποιοδήποτε εργαλείο έχουν επινοήσει και χρησιμοποιούν οι άνθρωποι, μπορεί δηλαδή να λειτουργεί είτε προς όφελος των περισσότερων, είτε προς όφελος των λιγότερων και σε βάρος των περισσότερων. Ο κοινωνικός έλεγχος μπορεί εξίσου να αποτελεί μηχανισμό επιβολής εξουσίας όπως και μηχανισμό περιορισμού της εξουσίας. Εξαρτάται από το ποιός και με ποιά κριτήρια ασκεί αυτόν τον έλεγχο. Όταν ο αριστερός λόγος δεν κάνει αυτή την διάκριση, εκτός από την προφανή απομάκρυνσή του από την διαλεκτική, δημιουργεί την υποψία πως επιδιώκει όχι την εξύψωση όλης της κοινωνίας αλλά την ιδιοποίηση της εξουσίας με ιδιοτελείς προθέσεις. Γιατί ένας λαός που δεν εξασκείται και δεν έχει πρόσβαση στον κοινωνικό έλεγχο είναι καταδικασμένος να ζει για πάντα ως υποχείριο της μιας ή της άλλης εξουσίας.
"Τι Πλαστήρας, τι Παπάγος"
Αυτό το δίλημμα έχει πάρει πολλές μορφές στην πρόσφατη ιστορία των αριστερών κινημάτων, σχεδόν δε πάντα απαντάται με παρόμοιο τρόπο επιφέροντας ανάλογα αποτελέσματα.
Μπορούμε να ανατρέξουμε στο 1933 και στους αμοιβαίους αφορισμούς μεταξύ κομμουνιστών (KPD) και σοσιαλδημοκρατών (SPD) που επέτρεψαν στους εθνικοσοσιαλιστές (NSDAP) να κυριαρχήσουν.
Τι θα έπρεπε να θεωρείται τότε ως διακύβευμα για το προοδευτικό κίνημα;
Ποιό είναι εντέλει το περιεχόμενο της ιδεολογικής "καθαρότητας";
Ποιά είναι η σχέση των κοινοβουλευτικών συσχετισμών με τις επιδιώξεις των προοδευτικών δυνάμεων;
Στην ελληνική πραγματικότητα του 2014, η κεκαλυμμένη νεοφασιστική κυβέρνηση και οι υποστηρικτές της μπορεί να ταυτίζεται με τους πρώην υποστηρικτές του ΠΑΣΟΚ και νυν υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ;
Επιπλέον, πόσο μπορεί να σχετίζεται με την πρόοδο η βεβαιότητα της όποιας ιδεολογικής καθαρότητας και υπεροχής όταν στην πράξη οδηγεί στην κοινωνική απομόνωση;
Οι όποιες πεποιθήσεις ιδεολογικής καθαρότητας και υπεροχής μπορούν να πείσουν ότι έχουν ως επιδίωξη μια δημοκρατική κοινωνία;
Αν η αριστερά δεν σταθεί αναλυτικά πάνω σε τέτοια ερωτήματα δίνοντας σαφείς απαντήσεις με λόγια και πράξεις, μπορεί για ακόμα μια φορά να στρώνει τον δρόμο της οπισθοδρόμησης αντί των φιλολαϊκών προγραμμάτων που ευαγγελίζεται. Γιατί τα οπισθοδρομικά σενάρια που εδώ και καιρό εκκολάπτονται μέσα στο ιδανικό για αυτά περιβάλλον βρίσκονται ήδη στα συρτάρια των σχετικών μηχανισμών περιμένοντας την ευκαιρία να υλοποιηθούν. Ας μην έχει δε κανείς αμφιβολία πως αν δεν υπάρξει θέληση για την ενοποίηση των κινημάτων αυτά τα σενάρια στο τέλος θα έρθουν στην επιφάνεια και θα επικρατήσουν.
Με λίγα λόγια, η παγκοσμιοποίηση είναι και αυτή εργαλείο στα χέρια της προοδευτικότητας με τον ίδιο τρόπο που είναι το σίδερο, οι τεχνολογίες, οι βιομηχανίες, οι επικοινωνίες κτλ.
Επιπλέον, καθώς μόνο μία μεγάλου μεγέθους καταστροφή θα μπορούσε να αναχαιτίσει την παραγωγή σιδήρου, την ανάπτυξη των τεχνολογιών, της βιομηχανίας, των επικοινωνιών, μαζί και την διεύρυνση της παγκοσμιοποίησης, αποτελεί ευθύνη της προοδευτικότητας τόσο το σίδερο, οι τεχνολογίες, οι βιομηχανίες, οι επικοινωνίες, όσο και η παγκοσμιοποίηση, να χρησιμοποιούνται από την ανθρωπότητα με τρόπο που να ωφελεί τις δικές της αξίες και όχι τις αξίες της οπισθοδρόμησης.
"ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο"
Καταρχήν, για το υπάρχον κοινωνικό πλαίσιο που λειτουργεί βασιζόμενο στους κανόνες του ανταγωνισμού και της κυριαρχίας, η ανάπτυξη, η επέκταση, η διεύρυνση ή όπως μπορεί να το διατυπώσει ο καθένας, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση συντήρησής του.
Η ύπαρξη κάθε κοινωνικής οντότητας εξαρτάται από την ικανότητά της να κυριαρχεί ή στην χειρότερη για αυτήν περίπτωση να ισορροπεί με τις άλλες οντότητες σε οικονομικό και στρατιωτικό επίπεδο. Όσο θλιβερό και αν ακούγεται, αυτή η συνθήκη έχει καθορίσει την ανθρώπινη ιστορία από τότε που, πριν από αρκετές χιλιάδες χρόνια, κάποιοι άνθρωποι επινόησαν την υποδούλωση και εκμετάλλευση άλλων ανθρώπων. Έκτοτε, τα εκάστοτε τεχνολογικά και οργανωτικά επιτεύγματα που ανέπτυσσε ή έκλεβε μια κοινωνία είναι αυτά που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό το αν για κάποιο χρόνο θα κατάφερνε να κυριαρχήσει ή αν θα αφανιζόταν στα βάθη του χρόνου, ακόμα και χωρίς να αφήσει κανένα σημάδι.
Χωρίς αμφιβολία, το υπάρχον ηθικό και οικονομικό πλαίσιο υποβιβάζει και μετατρέπει τους ανθρώπους σε ζώα και μάλιστα όσο πιο αγέρωχοι, κυρίαρχοι και μεγαλοπρεπείς αυτοπροβάλλονται κάποιοι άνθρωποι, τόσο πιο κοντά βρίσκονται στην κατάσταση των χιμπατζήδων που πασχίζουν να κυριαρχήσουν στο κοπάδι τους.
Ενώ όμως οι χιμπατζήδες δεν μπορούν να αποκτούν υπέρμετρη δύναμη έναντι των άλλων, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι μπορούν να δημιουργούν εργαλεία και να αναπτύσσουν μέσα με τα οποία να επιβάλλουν στους άλλους ανθρώπους καταναγκασμούς και ανισότητες που κανένας χιμπατζής δεν θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί.
Η ανάγκη για επέκταση που δημιουργεί ο πολιτισμός του ανταγωνισμού και της κυριαρχίας, σε συνδυασμό με την ικανότητα των ανθρώπων να διευρύνουν τα πεδία του ανταγωνισμού όσο και αν γίνονται καταστροφικά για τους ίδιους, φέρνει στην επιφάνεια με όλο και πιο επιτακτικό τρόπο την κριτική σε αυτόν τον πολιτισμό και τις αφετηρίες του.
Αναπτύσσοντας λοιπόν μια τέτοια κριτική είναι σημαντικό να διακρίνουμε ποιά είναι τα εν δυνάμει μέσα για την ανάπτυξη της συνεργασίας των λαών και της κοινωνικής δικαιοσύνης και ποιά τα μέσα που διαιωνίζουν τους ανταγωνισμούς και τις κυριαρχίες.
Για το ΝΑΤΟ, όσο και αν αυτοπροβάλλεται ως μηχανισμός σταθερότητας, έχει εμπεδωθεί ο ρόλος του ως μηχανισμός επεκτατισμού και επιβολής με στρατιωτικά μέσα συγκεκριμένων συμφερόντων.
Όσο αφορά την ΕΕ από την άλλη, θα πρέπει να σταθούμε πιο αναλυτικά.
Οι διευρυμένες οικονομικές συσχετίσεις, όπως έχουν υπάρξει οι πόλεις-κράτη, οι αυτοκρατορίες, πρόσφατα τα κράτη όπως τα γνωρίζουμε, και τέλος οι χαλαρές ή σφιχτές οικονομικο-πολιτικές ενώσεις, αποτελούν από την μία αποτέλεσμα των τεχνολογιών, και από την άλλη, αποτέλεσμα άλλοτε της επιδίωξης για συνεργασία με γνώμονα το αμοιβαίο συμφέρον, και άλλοτε της επιβολής και κυριαρχίας κάποιων πάνω σε άλλους.
Αν αρνηθούμε ότι η ΕΕ μπορεί να λειτουργήσει ως μηχανισμός ανάπτυξης της συνεργασίας των λαών γιατί να μην καταλήξουμε ότι οι ίδιες οι κρατικές οντότητες που την αποτελούν και οι οποίες αυτή την στιγμή επιβάλλουν την κυριαρχία των ισχυρών πάνω στους ασθενέστερους, δεν πρόκειται ποτέ να λειτουργήσουν προς όφελος της συνεργασίας των ανθρώπων; Με λίγα λόγια, γιατί να συζητάμε την κατάργηση της ΕΕ και όχι των ίδιων των κρατικών οντοτήτων που λειτουργούν λίγο πολύ με παρόμοιο τρόπο και επιδιώκουν τα ίδια πράγματα; Και τότε, αν κρίνουμε αυτή την σκέψη ως σωστή, πως δηλαδή η οργανωτική μεγιστοποίηση ως προϊόν του ανταγωνισμού είναι αυτή που επιφέρει τις ανισότητες, μέχρι ποιο σημείο θα πρέπει να τεμαχίσουμε οργανωτικά τις κοινωνίες προκειμένου να απαλλαγούμε μια για πάντα από την κυριαρχία των ισχυρών;
Ασφαλώς αυτός ο συλλογισμός είναι βάσιμος καθώς κατ' αναλογία οι κρατικές οντότητες είναι μηχανισμοί καταπίεσης εξίσου με τους κρατικούς συνασπισμούς στους οποίους εντάσσονται. Άρα έτσι και η όποια κριτική στους συνασπισμούς θα πρέπει με ανάλογο τρόπο να είναι και κριτική προς τις κρατικές οντότητες. Και αν ως γιατρικό για τις ανισότητες δεχτούμε την κατάργηση των συνασπισμών μεταξύ των κρατών τότε το ίδιο γιατρικό θα πρέπει να συστήνουμε και στην περίπτωση των ίδιων των κρατών. Δηλαδή, την κατάργησή τους.
Όσο ανατρεπτική και αν ακούγεται μια τέτοια θέση πολύ λίγο μπορεί να σχετίζεται με την προοδευτικότητα για την οποία η επικοινωνιακή και οργανωτική διεύρυνση των κοινωνιών δεν μπορεί παρά να αποτελεί κύρια επιδίωξη. Η ίδια η δαιμονοποιημένη παγκοσμιοποίηση προσφέρει στην προοδευτικότητα τα πιο σημαντικά εργαλεία για την ειρηνοποίηση του κόσμου και την απάλειψη των ανισοτήτων, όπως είναι για παράδειγμα οι δυνατότητες στην ενημέρωση και τον έλεγχο. Όπως ισχύει και για κάθε εργαλείο ή μέσο, η όποια κριτική είναι πιο λογικό να αφορά κυρίως τις χρήσεις που ασκούνται με βάση τις επιλογές συγκεκριμένων ανθρώπων και όχι απευθείας το ίδιο το εργαλείο ή μέσο καθώς αυτό δεν έχει συνείδηση και δεν επιλέγει.
Ένα σημαντικό θέμα που παρουσιάζεται είναι πως αν δεν αναζητήσουμε έγκυρες απαντήσεις για τις αφετηρίες που προκαλούν τις κοινωνικές ανισότητες και επιμένουμε να επαναπαυόμαστε βολικά σε δαιμονοποιήσεις οι οποίες απέχουν από το να αποτελούν συμπεράσματα διαλεκτικής ανάλυσης, οι όποιες επιδιώξεις μας θα είναι μονίμως αδιέξοδες, δεν θα αποφέρουν καρπούς και θα διαιωνίζουν την υπάρχουσα κατάσταση.
"Όχι στην αξιολόγηση"
Με αυτό το σύνθημα η αριστερά θέτει ένα φράγμα καχυποψίας ανάμεσα σε αυτήν και τους ανθρώπους που αγωνιούν για ένα καλύτερο μέλλον της κοινωνίας πέρα από το στενά ιδιωτικό τους συμφέρον. Δείχνει με μιας ότι, από την μία δεν έχει μελετήσει διόλου τις παθογένειες που έχει δημιουργήσει το υφιστάμενο πελατειακό καθεστώς και τον αντίκτυπο στις συνειδήσεις των ανθρώπων και, από την άλλη, δεν αντιλαμβάνεται τον κοινωνικό έλεγχο ως το μόνο εργαλείο η εξάσκηση στο οποίο μπορεί να ανεβάσει τους ανθρώπους από το επίπεδο του υπηκόου στο επίπεδο του πολίτη.
Δεν νοείται προοδευτική δύναμη που να μην προτείνει αδιάκοπα μηχανισμούς ελέγχου σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα. Το υφιστάμενο πελατειακό καθεστώς ανέκαθεν διαμόρφωνε μεθοδικά κλιμακωτές εξουσίες και προνόμια σε βάρος και στην πλάτη των περισσότερων ανθρώπων εδραιώνοντας ένα νοσηρό πλέγμα ιεραρχιών και αναξιοπρέπειας. Αν και θα ήταν αδύνατο η επίδραση αυτού του πλέγματος στις συνειδήσεις των ανθρώπων να μεταβληθεί σε μια στιγμή, η διατύπωση του συνθήματος "όχι στην αξιολόγηση" σηματοδοτεί την απουσία οποιασδήποτε πρόθεσης να εξασκηθεί η κοινωνία στον κοινωνικό έλεγχο έχοντας ως κύρια επιδίωξη την χειραφέτηση των μελών της. Μπορεί δε κάλλιστα η απόρριψη της αξιολόγησης να θεωρηθεί ως προάγγελος της διαμόρφωσης και επιβολής στην κοινωνία νέων πελατειακών κοινωνικών ομάδων υπό νέους όρους, με νέα ή ίδια συμφέροντα.
Για τον κοινωνικό έλεγχο ισχύει ό,τι ισχύει και για οποιοδήποτε εργαλείο έχουν επινοήσει και χρησιμοποιούν οι άνθρωποι, μπορεί δηλαδή να λειτουργεί είτε προς όφελος των περισσότερων, είτε προς όφελος των λιγότερων και σε βάρος των περισσότερων. Ο κοινωνικός έλεγχος μπορεί εξίσου να αποτελεί μηχανισμό επιβολής εξουσίας όπως και μηχανισμό περιορισμού της εξουσίας. Εξαρτάται από το ποιός και με ποιά κριτήρια ασκεί αυτόν τον έλεγχο. Όταν ο αριστερός λόγος δεν κάνει αυτή την διάκριση, εκτός από την προφανή απομάκρυνσή του από την διαλεκτική, δημιουργεί την υποψία πως επιδιώκει όχι την εξύψωση όλης της κοινωνίας αλλά την ιδιοποίηση της εξουσίας με ιδιοτελείς προθέσεις. Γιατί ένας λαός που δεν εξασκείται και δεν έχει πρόσβαση στον κοινωνικό έλεγχο είναι καταδικασμένος να ζει για πάντα ως υποχείριο της μιας ή της άλλης εξουσίας.
"Τι Πλαστήρας, τι Παπάγος"
Αυτό το δίλημμα έχει πάρει πολλές μορφές στην πρόσφατη ιστορία των αριστερών κινημάτων, σχεδόν δε πάντα απαντάται με παρόμοιο τρόπο επιφέροντας ανάλογα αποτελέσματα.
Μπορούμε να ανατρέξουμε στο 1933 και στους αμοιβαίους αφορισμούς μεταξύ κομμουνιστών (KPD) και σοσιαλδημοκρατών (SPD) που επέτρεψαν στους εθνικοσοσιαλιστές (NSDAP) να κυριαρχήσουν.
Τι θα έπρεπε να θεωρείται τότε ως διακύβευμα για το προοδευτικό κίνημα;
Ποιό είναι εντέλει το περιεχόμενο της ιδεολογικής "καθαρότητας";
Ποιά είναι η σχέση των κοινοβουλευτικών συσχετισμών με τις επιδιώξεις των προοδευτικών δυνάμεων;
Στην ελληνική πραγματικότητα του 2014, η κεκαλυμμένη νεοφασιστική κυβέρνηση και οι υποστηρικτές της μπορεί να ταυτίζεται με τους πρώην υποστηρικτές του ΠΑΣΟΚ και νυν υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ;
Επιπλέον, πόσο μπορεί να σχετίζεται με την πρόοδο η βεβαιότητα της όποιας ιδεολογικής καθαρότητας και υπεροχής όταν στην πράξη οδηγεί στην κοινωνική απομόνωση;
Οι όποιες πεποιθήσεις ιδεολογικής καθαρότητας και υπεροχής μπορούν να πείσουν ότι έχουν ως επιδίωξη μια δημοκρατική κοινωνία;
Αν η αριστερά δεν σταθεί αναλυτικά πάνω σε τέτοια ερωτήματα δίνοντας σαφείς απαντήσεις με λόγια και πράξεις, μπορεί για ακόμα μια φορά να στρώνει τον δρόμο της οπισθοδρόμησης αντί των φιλολαϊκών προγραμμάτων που ευαγγελίζεται. Γιατί τα οπισθοδρομικά σενάρια που εδώ και καιρό εκκολάπτονται μέσα στο ιδανικό για αυτά περιβάλλον βρίσκονται ήδη στα συρτάρια των σχετικών μηχανισμών περιμένοντας την ευκαιρία να υλοποιηθούν. Ας μην έχει δε κανείς αμφιβολία πως αν δεν υπάρξει θέληση για την ενοποίηση των κινημάτων αυτά τα σενάρια στο τέλος θα έρθουν στην επιφάνεια και θα επικρατήσουν.